Ἀπολυτίκιον Κοιμήσεως Θεοτόκου Ἦχος α' Ἐν τῇ Γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε. Μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς λυτρουμένη, ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
ΙΕΡΟΣ ΕΝΟΡΙΑΚΟΣ ΝΑΟΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΚΑΛΛΙΜΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΙΟΥ, ΨΑΡΩΝ ΚΑΙ ΟΙΝΟΥΣΣΩΝ

Σάββατο 7 Μαρτίου 2015

8 Μαρτίου 2015 - Κυριακή Β' Νηστειῶν

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
Ἀ­ριθ­μὸς 10
Κυ­ρια­κὴ Β΄ Νη­στει­ῶν
8 Μαρ­τί­ου 2015
(Ἑ­βρ. α΄ 10 – β΄, 3)

«…πῶς ἡ­μεῖ­ς ἐκ­φευ­ξό­με­θα τη­λι­καύ­της ἀ­με­λή­σαν­τες σω­τη­ρί­ας;»
(Ἑ­βρ. β΄, 3)

Ἀ­λή­θεια, ἀ­δελ­φοί μου, πῶς θά πλη­σι­ά­σου­με τή Με­γά­λη Ἑ­βδο­μά­δα καί τά Πά­θη τοῦ Κυ­ρί­ου μας, ἄν δέν προ­σέ­ξου­με τό ἔρ­γο τῆς σω­τη­ρί­ας μας; Θά μι­λή­σου­με γιά ἕ­να ἁ­μάρ­τη­μα, πού ἐ­νῶ εἶ­ναι ἕ­να ἀ­πό τά ἑ­φτά θα­νά­σι­μα ἁ­μαρ­τή­μα­τα, δέν δί­νου­με τήν πρέ­που­σα προ­σο­χή καί ἄλ­λος πε­ρισ­σό­τε­ρο, ἄλ­λος λι­γό­τε­ρο, εἴ­μα­στε ἔ­νο­χοι. Τό ἁ­μάρ­τη­μα αὐ­τό εἶ­ναι ἡ ἀ­μέ­λεια.

Ὁ ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος μέ ἔν­το­νο τρό­πο μᾶς θέ­τει ἕ­να ἐ­ρώ­τη­μα: «Ἐ­άν ὁ πα­λαι­ός νό­μος, πού ἐ­λέ­χθη στόν Μω­υ­σῆ ἀ­πό τούς ἀγ­γέ­λους, ἀ­πε­δεί­χθη ἔγ­κυ­ρος καί ἰ­σχυ­ρός καί κά­θε πα­ρά­βα­ση καί πα­ρα­κο­ή ἔ­λα­βε ὡς μι­σθό της τήν δί­και­η τι­μω­ρί­α, πῶς ἐ­μεῖς θά δι­α­φύ­γου­με τὴν τι­μω­ρί­α, ἐ­άν πα­ρα­με­λή­σου­με μί­α τό­σο με­γά­λη καί ἀ­νε­κτί­μη­τη σω­τη­ρί­α;» Ἄν­θρω­ποι πού ἀ­μέ­λη­σαν τό κα­θῆ­κον τους στά χρό­νια τῆς Πα­λαι­ᾶς Δι­α­θή­κης τι­μω­ρή­θη­καν μέ φο­βε­ρές τι­μω­ρί­ες, ὅ­πως ὁ κα­τα­κλυ­σμός, ἡ κα­τα­στρο­φή τῶν Σο­δό­μων, οἱ ἀρ­ρώ­στι­ες καί ἄλ­λες κα­τα­στρο­φές πού ὑ­πέ­στη­σαν οἱ Ἰ­ου­δαῖ­οι. Ἀλ­λά πιό με­γά­λες τι­μω­ρί­ες πε­ρι­μέ­νουν ἐ­μᾶς τούς χρι­στια­νούς πού, ἐ­νῶ εἴ­δα­με καί ἀ­κού­σα­με τά πιό θαυ­μα­στά πράγ­μα­τα καί ἀ­πο­λαμ­βά­νου­με τίς πιό με­γά­λες εὐ­ερ­γε­σί­ες τοῦ Θε­οῦ, δεί­χνου­με ἀ­μέ­λεια στήν ἐ­κτέ­λε­ση τῶν ἱ­ε­ρῶν μας κα­θη­κόν­των γιά τό ζή­τη­μα τῆς σω­τη­ρί­ας τῆς ψυ­χῆς.

Ἀλ­λά τί εἶ­ναι ἀ­μέ­λεια; Ὁ Θε­ός ἔ­δω­σε στόν ἄν­θρω­πο δι­α­νο­η­τι­κά, σω­μα­τι­κά καί πνευ­μα­τι­κά χα­ρί­σμα­τα, τά τά­λαν­τα, ὅ­πως τά ὀ­νο­μά­ζει ὁ Χρι­στός μας σέ μί­α πα­ρα­βο­λή. Τά ἔ­δω­σε μέ τήν ἐν­το­λή νά μήν τά ἀ­φή­νει ἀ­νεκ­με­τάλ­λευ­τα, νά μήν τά θά­βει στό λάκ­κο τῆς τεμ­πε­λιᾶς, ἀλ­λά νά δου­λεύ­ει καί ἔ­τσι νά προ­ο­δεύ­ει συ­νε­χῶς.

Ἡ γῆ γιά νά θρέ­ψει τόν ἄν­θρω­πο πρέ­πει νά καλ­λι­ερ­γη­θεῖ. Νά ξερ­ρι­ζω­θοῦν τά ἀγ­κά­θια, νά κα­θα­ρι­στεῖ ἀ­πό τίς πέ­τρες, νά ὀρ­γω­θεῖ, νά δε­χθεῖ τό σπό­ρο, νά πο­τι­σθεῖ∙ ὅ­λα αὐ­τά ἀ­παι­τοῦν κό­πους. Ἡ ἐν­το­λή τοῦ Θε­οῦ εἶ­ναι πώς μέ τόν ἱ­δρώ­τα τοῦ προ­σώ­που του ὁ ἄν­θρω­πος θά τρώ­ει τό ψω­μί του. Ὁ γε­ωρ­γός λοι­πόν ἀλ­λά καί ὁ βο­σκός καί ὁ ψα­ράς κι ὁ μα­ραγ­κός, ὁ ναυ­τι­κός, ὁ δά­σκα­λος ὅ­λοι πρέ­πει νά ἀ­γα­ποῦν τήν ἐρ­γα­σί­α τους καί νά τήν ἐ­κτε­λοῦν μέ πολ­λή ἐ­πι­μέ­λεια. Εὐ­λο­γί­α Θε­οῦ ὑ­πάρ­χει στά μέ­ρη ὅ­που ὅ­λοι οἱ ἄν­θρω­ποι ἐρ­γά­ζον­ται ἀ­νά­λο­γα μέ τίς δυ­νά­μεις τους καί κα­νέ­νας δέν τεμ­πε­λιά­ζει.

Ὅ­που ὅ­μως οἱ ἄν­θρω­ποι δέν ἐρ­γά­ζον­ται μέ ζῆ­λο καί ἐ­πι­μέ­λεια, ἐ­κεῖ πα­ρα­τη­ρεῖ­ται ἀ­τα­ξί­α καί σύγ­χυ­ση. Ὅ­πως ἔ­λε­γαν οἱ ἀρ­χαῖ­οι μας πρό­γο­νοι: «ἀρ­γί­α μή­τηρ πά­σης κα­κί­ας». Ἄν γιά πα­ρά­δειγ­μα ὁ μη­χα­νι­κός αὐ­το­κι­νή­των δέν εἶ­ναι ἐ­πι­με­λής στήν ἐρ­γα­σί­α του καί ἡ ἐ­λατ­τω­μα­τι­κή μη­χα­νή θά κα­τα­στρα­φεῖ καί δυ­στύ­χη­μα θά γί­νει. Ἄν ὁ φύ­λα­κας τῆς σι­δη­ρο­δρο­μι­κῆς γραμ­μῆς ἀ­με­λή­σει τό κα­θῆ­κον του, θά γί­νει αἰ­τί­α σύγ­κρου­σης τραί­νων μέ δυ­σά­ρε­στα ἀ­πο­τε­λέ­σμα­τα. Πό­σα δυ­στυ­χή­μα­τα δέν ἔ­χουν συμ­βεῖ γιά ἕ­να λε­πτό ἀ­προ­σε­ξί­ας!

Ἄς προ­χω­ρή­σου­με ὅ­μως λί­γο πε­ρισ­σό­τε­ρο. Ὑ­πάρ­χει ἀ­μέ­λεια στά ἔρ­γα πού ἀ­φο­ροῦν τήν ὑ­λι­κή καί σω­μα­τι­κή ζω­ή τοῦ ἀν­θρώ­που, ἀλ­λά ὑ­πάρ­χει καί βα­ρύ­τε­ρη πού ἀ­φο­ρᾶ κά­τι ἀ­πεί­ρως ἀ­νώ­τε­ρο ἀ­πό τό σῶ­μα, τήν ψυ­χή. Ἀλ­λοί­μο­νο ἄν ὅ­λη τή δρα­στη­ρι­ό­τη­τά του ὁ ἄν­θρω­πος τήν ἐ­ξαν­τλεῖ γιά τό σῶ­μα καί ἀ­με­λεῖ τό ὕ­ψι­στο θέ­μα τῆς σω­τη­ρί­ας τῆς ψυ­χῆς του, ἡ ὁ­ποί­α ἔ­χει ἀ­νε­κτί­μη­τη ἀ­ξί­α. Καί μό­νο τό γε­γο­νός ὅ­τι ὁ Θε­ός κα­τέ­βη­κε ἀ­πό τόν οὐ­ρα­νό καί ἔ­γι­νε ἄν­θρω­πος καί ὑ­πέ­στη τήν σταύ­ρω­ση γιά νά σώ­σει τόν ἄν­θρω­πο, αὐ­τό καί μό­νο τό γε­γο­νός ἄν τό σκε­φθεῖ ὁ ἄν­θρω­πος, ἀρ­κεῖ γιά νά ἀ­πο­δεί­ξει τήν ἀ­ξί­α τῆς ψυ­χῆς.

Ὁ Χρι­στός μᾶς τό­νι­σε αὐ­τή τήν ἀ­λή­θεια κα­τη­γο­ρη­μα­τι­κά: «Τί γάρ ὠ­φε­λή­σει ἄν­θρω­πον ἐ­άν κερ­δή­σῃ τόν κό­σμον ὅ­λον, καί ζη­μι­ω­θῇ τήν ψυ­χήν αὐ­τοῦ;» (Μάρκ. η, 36). Τό νά χά­σει κα­νείς τή σω­τη­ρί­α τῆς ψυ­χῆς του εἶ­ναι ἡ πιό με­γά­λη συμ­φο­ρά. Τό νά σώ­σει κα­νείς τήν ψυ­χή του εἶ­ναι τό πιό με­γά­λο ἐ­πί­τευγ­μα.

Ὁ Θε­ός θέ­λει τή σω­τη­ρί­α μας. Μέ ἕ­ναν ὅ­ρο: νά προ­σφέ­ρει καί ὁ ἄν­θρω­πος τή θέ­λη­σή του. Νά πι­στέ­ψει στό Χρι­στό καί νά ἐρ­γά­ζε­ται πνευ­μα­τι­κά. Νά προ­σεύ­χε­ται, νά νη­στεύ­ει τίς μέ­ρες πού ἡ Ἐκ­κλη­σί­α μας ὁ­ρί­ζει, νά συμ­με­τέ­χει στά Μυ­στή­ρια τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας καί προ­πάν­των στή Θεί­α Εὐ­χα­ρι­στί­α μέ τήν κα­τάλ­λη­λη προ­ε­τοι­μα­σί­α καί τήν ὑ­πα­κο­ή στόν Πνευ­μα­τι­κό. Μέ τήν προ­σφο­ρά ἠ­θι­κῆς καί ὑ­λι­κῆς βο­ή­θειας στό συ­νάν­θρω­πο.

Ὁ λό­γος τοῦ Θε­οῦ, ἀ­δελ­φοί μου, δέν μᾶς ἀ­πει­λεῖ. Μᾶς προ­ει­δο­ποι­εῖ ὅ­μως ὅ­τι τά ἀ­πο­τε­λέ­σμα­τα τῆς ἀ­μέ­λειας γιά τή σω­τη­ρί­α μας θά εἶ­ναι κα­τα­στρε­πτι­κά γιά τό πα­ρόν καί γιά τό αἰ­ώ­νιο μέλ­λον μας. Ἄς προ­σπα­θή­σου­με νά μοι­ά­σου­με μέ τίς φρό­νι­μες παρ­θέ­νες καί μέ ἐ­κεῖ­νον πού ἐρ­γα­ζό­με­νος τά πέν­τε τά­λαν­τα τά δι­πλα­σί­α­σε, γιά νά κλη­ρο­νο­μή­σου­με τή Βα­σι­λεί­α τῶν Οὐ­ρα­νῶν. Ἀ­μήν.

Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Χίου

Δεν υπάρχουν σχόλια: